Εμένα αν με ξυπνήσεις πρωί πρωί, την ώρα που κοιμάμαι τον ύπνο του δικαίου, σε έχω κάνει εχθρό μου από χέρι!
Έτσι λοιπόν κοιμόμουνα βαθειά κι έβλεπα και το πιο τέλειο όνειρο του κόσμου, ότι ερμήνευα τον Δον Κορλεόνε στο σινεμά, όταν αυτός ο διάολος που είναι μεταμορφωμένος σε κουδούνι εξώπορτας άρχισε να κουδουνίζει δαιμονισμένα.
Γκλιν γκλον γκλιν γκλον
Γκλιν γκλον γκλιν γκλον
Φτου σου Δία, ανοίγω το ένα μάτι.
Η διαχειρίστρεια θα είναι για τα κοινόχρηστα.
Σηκώνομαι, βάζω το μποξεράκι και πάω τσαντίλας να τη ξεφορτωθώ.
Κολλάω το μάτι στο ματάκι της πόρτας και βλέπω το Εφάκι, φρέσκο φρέσκο και χαμογελαστό σε αναμονή.
Ανοίγω, ευτυχώς δεν είναι η διαχειρίστρια.
Μπουκάρει το Εφάκι μέσα, μου δίνει ένα πεταχτό φιλί και αφήνει στο διάδρομο μια τεράστια βαλίτσα.
Έτσι μου φάνηκε τουλάχιστον.
Ή η βαλίτσα ψήλωσε ή εγώ κόντυνα.
-Καλώς το μου. Στον ύπνο σου με έβλεπες Εφάκι?
-Όχι αγάπη μου, αλλά είπα να έρθω νωρίς να μη χάνουμε τη μέρα μας.
-Να έρθεις πρωί? Είχαμε κανονίσει τίποτα για σήμερα?
-Όχι βρε κουτό, δεν θυμάσαι που λέγαμε...?
-Ναι..?
-Να ότι θα ήταν ωραία να έρθω να μείνω εδώ για λίγο?
-Θυμάμαι (που να μη θυμόμουνα!) Είχαμε πει για το Σαββατοκύριακο.
-Ε, είπα να έλθω λίγο πιο νωρίς.
-Και τι είναι αυτή η βαλίτσα Εφάκι μου?
-Τα πράγματά μου μωρό μου! Χωρίς τα πράγματά μου θα ερχόμουνα?
-Ναι, αλλά αυτή η βαλίτσα είναι για να πας στα Ιμαλάϊα για ένα μήνα!
-Μωρό μου τι λες? Δεν θυμάσαι πέρυσι στην Αστυπάλαια πόσα πράγματα χρειαζόμαστε και δεν τα είχαμε?
-Ναι, αλλά εδώ είναι σπίτι και το δικό σου είναι μισή ώρα μακριά!
Και τι έχει παρακαλώ η βαλίτσα?
-Ε, να μερικά τζινάκια, 5-6 τι σερτς, εσώρουχα, ξέρεις τώρα, ένα βραδυνό φουστανάκι...
-Ρε μωρό μου, εσύ κουβάλησες όλη τη ντουλάπα σου.
Για σαββατοκύριακο είπαμε! Τέλος πάντων και πάλι όλα αυτά χωράγανε και στο σακκίδιο.
-Μα τι λες μωράκι μου?
Και τα καλλυντικά μου?
-Α, είναι και τα καλλυντικά σου! Ρε Έφη, δεν ήξερα ότι βάζεις καλλυντικά!
-Δεν θάμαστε καλά! Πόυ ζεις εσύ Μιχαλάκη μου? Υπάρχει γυναίκα που να μη βάζει καλλυντικά?
-Ωραία, άντε να τα τακτοποίησεις τώρα να πάω κι εγώ να συνεχίσω λίγο τον ύπνο μου!
-Α, μωρό μου πριν ξανακοιμηθείς, σε παρακαλώ κάνε καφέ! Δεν έχω πιει ακόμα!
-'Ο,τι πεις Εφάκι μου.
-Σε παρακαλώ μωρό μου, τακτοποίησε λίγο και αυτόν τον καναπέ. Θέλω να βάλω τον αρκούδο μου!
-Τον ποιόν?
-Δεν θυμάσαι μωρό μου? Εσύ μου τον χάρισες πέρυσι!
-θυμάμαι κοριτσάκι μου. (Που να μη θυμόμουνα!)
Πάω στη κουζίνα, βάζω την καφετιέρα και τρέχω στη κρεββατοκάμαρα σαν ζόμπι να συνεχίσω τον ύπνο μου και το όνειρο. Πότε θα το ξαναδώ εγώ ένα τέτοιο όνειρο, μου λες?
Ακούγεται η φωνή της Έφης, ο εφιάλτης στο δρόμο με τα σενάρια.
-Αγάπηηηη μουυυυ!
-Τι είναι πάλι μωρό μου?
-Σε μισή ώρα θα σε ξυπνήσω, έχω φέρει κάτι σενάρια και θέλω να με βοηθήσεις να κάνω πρόβα!
Γκντουπ!
Εγώ κάτω ξερός!
Από πάνω μου η Εφούλα με ανήσυχο αλλά σατανικό χαμογελάκι.
-Μωρό μου! Μωρό μου!
Τι έπαθες? Πάλι δεν έφαγες χτες το βράδυ, ε?
Ωραία, θα μείνω μια βδομάδα για να σου μαγειρεύω κάτι της προκοπής.
Φτου σου Δία, ούτε να πέσει ξερός δεν μπορεί κανείς!
Friday, August 25, 2006
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
1 comment:
Καλησπέρα!
ναι, τώρα μπορώ να σού αφήσω σχόλιο!
πολύ γέλασα με το post! Πολύ επιτυχημένος ο διάλογος!
οικογενειακά βάρη ε;
Υπομονή, έχει και τα καλά του!
τουλάχιστον θα τρως σπιτικό φαΐ.
LOL
Καλό βράδυ!
Post a Comment